image_pdfimage_print

ΗΜΕΡΙΔΑ  ΔΗΜΟΥ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ

« Η ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΚΩΝ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

ΗΘΙΚΗ ΔΙΚΑΙΩΣΗ-ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ»

 

15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1995

 

ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ

  • Μανώλης Γλέζος
  • Γεώργιος Α. Μαγκάκης
  • Ευάγγελος Μαχαίρας
  • Γεράσιμος Μπαλαούρας
  • Γιάννης Σταμούλης
  •  

Τη συζήτηση συντονίζει ο Δήμαρχος Καλλιθέας Γιώργος Κυριόπουλος

 

Ομιλία Γερασίμου Μπαλαούρα σελίδες  29 – 36.Δευτερολογία σελίδες 86 – 89

 

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ – ΚΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ:

Μπαίνουμε τώρα στην εισήγηση του κυρίου Γεράσιμου Μπαλαούρα, που όπως σας είπα πριν, είναι μέλος του Διοι­κητικού Συμβουλίου του Συλλόγου των Υπαλλήλων της Τραπέζης Ελλάδος, συνδικαλιστής στον τραπεζικό χώρο και για πρώτη φορά θα ακούσουμε και την άποψη του δανείου και των απόψεων της Τραπέζης Ελλάδος. Ο κύριος Μπαλαούρας έχει το λόγο.

 

ΜΠΑΛΑΟΥΡΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ:

Μία διευκρίνιση κατ’ αρχήν, ότι δεν μιλώ σαν εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος. Μιλώ σαν εκπρόσωπος του Διοι­κητικού Συμβουλίου των υπαλλήλων της Τράπεζας Ελλάδος και της ΟΤΟΕ και επομένως σε αυτούς μπορώ να απολογη­θώ κι όχι στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία είναι λίγο δια­φορετικό πράγμα από ό,τι εγώ.

Μέθοδοι υφαρπαγής του ελληνικού πλούτου: Τα οικονομικά στοιχεία που θα αναφέρω και που μας αφο­ρούν είναι αυτά τα οποία διαπλέκονται με την οικονομική παροχή που γινόταν τότε από το Ελληνικό Δημόσιο μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος. Είναι τέσσερα επίπεδα.

 Πρώτο, είναι το εμπόριο και κάποιοι συνομιλητές πριν το ανέφεραν, δηλαδή το κλήρινγκ που γινόταν μεταξύ της Ελλάδος αφ’ ενός και αφ’ ετέρου Γερμα­νίας – Ιταλίας. Μάλιστα προς τούτο είχαν φτιάξει και δύο ειδικούς οργανισμούς. Δεν θα αναφέρω πολλά σε αυτό, έχει ενδιαφέρον, αλλά δεν θα αναφερθώ παραπέρα.

Δεύτερο, είναι ότι υπήρχαν συμβάσεις της Τράπεζας Ελλάδος με τη Γερμανία και την Ιταλία λίγο αργότερα, όπου τα γερμανικά μάρκα και μετά οι μεσογειακές δραχμές μετα­τράπηκαν σε ελληνικές δραχμές. Κι ήταν ένας τρόπος βίαιης ληστρικής αρπαγής. Δώσανε δηλαδή τη δικιά τους, την ανταλλαγή όπως αυτοί ήθελαν.

Τρίτο, όταν οι Γερμανοί αποχωρούσαν από την Ελλάδα, σε κάθε μέρος από όπου έφευγαν τα στρατεύματά τους, πήγαιναν στην Τράπεζα της Ελλάδος και σήκωναν όλα τα αποθέματα που είχαν είτε σε χρυσό είτε σε άλλα νομί­σματα που θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν.

Τέταρτο, που περισσότερο μας ενδιαφέρει στη συζήτηση μας είναι το περίφημο δάνειο.

Το κατοχικό δάνειο: Το 1942 στις 13 Μαρτίου, η γερμανική κυβέρνηση και η ιταλική, με τους πληρεξούσιους του Άλτενμπουργκ  και Γκίζι, αντίστοιχα, συμφώνησαν στη Ρώμη, χωρίς καν να προσκληθεί η τότε ελληνική κυβέρνηση κατοχής, ότι η Ελλάδα υποχρεούται  εξ ημισείας να δίνει στις δύο αυτές χώρες, δηλαδή τη Γερμανία και την Ιταλία 1.500 εκατομμυρίων δραχμών το μήνα, πέραν του ποσού αυτού, θα έδινε και επιπλέον ποσά, άτοκα, που θα κάλυπταν τις οικονομικές ανάγκες των δύο αυτών χωρών. Αυτό είναι το περίφημο δάνειο. Δηλαδή, με μία ρηματική διακοίνωση ο τότε Γερμανός εκπρόσωπος του Ράιχ, Άλτενμπουργκ, προς την ελληνική κυβέρ­νηση, είναι μια απλή διακοίνωση, έλεγε ότι οφείλετε να μας δίνετε 1,5 δισεκατομμύριο εξ ημισείας στην Ιταλία και στη Γερμανία για τις ανάγκες των στρατευμάτων κατοχής. Επίσης, υποχρεούστε, να καταβάλετε, πέραν αυτού του ποσού, ποσά, με χρεώσεις  της Γερμανίας και της Ιταλίας. Οι αναλήψεις που θα γίνονται, θα γράφονται ως δάνειο στην Τράπεζα της Ελλάδος προς αυτές τις δυνάμεις κατοχής. Ο  διακανονισμός «θα λάβει χώρα αργότερον».

Και μάλιστα ο Άλτενμπουργκ είπε ότι η συμφωνία αυτή αποσκοπούσε εις την ανακούφιση της ελληνικής οικο­νομίας και γι’ αυτό θα λάβει χώρα αργότερα η ρύθμιση. Και είναι πάρα πολύ σημαντική αυτή η διακοίνωση του Γερμα­νού εκπροσώπου του Ράιχ.

Επομένως, τουλάχιστον πέραν του ποσού των 1,5 δισεκα­τομμυρίων δραχμών, το οποίο μάλιστα αναπροσαρμόστηκε αργότερα, δεν μείνανε οι Ιταλοί και οι Γερμανοί ευχαριστημένοι με το 1,5 δισεκατομμύριο δραχμές του Μάρτη του 1942, αλλά τον Δεκέμβρη επειδή υπήρχε μεγάλος πληθωρισμός κάνανε και τιμαριθμική αναπροσαρμογή.

Δεν θα σας κουράσω με κονδύλια, θα τα πούμε λίγο στο τέλος συνολικά. Απλώς θέλω να τονίσω ότι υπάρχουν επί­σημα στοιχεία που λένε ότι ο Αλτενμπουργκ και ο Πελεγκρίνο Γκίζι ο Ιταλός, προειδοποιούσαν για τις επιπτώσεις αυτής της λεηλασίας, ο δε Μουσολίνι μάλιστα που ήρθε εκτάκτως στην Αθήνα το 1942, είπε ότι οι Γερμανοί έχουν κτηνώδη συμπεριφορά προς τους Έλληνες, προφανώς, όσον αφορά τα οικονομικά στοιχεία, ενδεχομένως όμως να υπονοούσε και τη γενικότερη κτηνώδη συμπεριφορά, συμπληρώνοντας ότι «οι Γερμανοί  έχουν αρπάξει από τους Έλληνες ακόμα και τα κορδόνια των παπουτσιών τους», ενώ δείχνει να φοβάται και να ανησυχεί για τις επιπτώσεις. Πιθανόν, γιατί τότε είχε ενταθεί και το αντάρτι­κο και γενικά η αντίσταση του ελληνικού λαού.

Η διεκδίκηση του δανείου είναι εφικτή

 

 Μετέπειτα, μετά από την Κατοχή, είπαν και οι άλλοι συνομι­λητές ορισμένα πράγματα, εγώ απλώς θέλω να τονίσω ότι όσον αφορά το κατοχικό δάνειο, το οποίο δεν είναι δάνειο, ουσιαστικά, ήταν επιβολή. Παρά την υποχρεωτικότητα του «δάνειου» από τις κατοχικές δυνάμεις, αυτό αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Γερμανίας και το οποίο έχει μετατραπεί από άτοκο σε  έντοκο λόγω υπερημερίας.

Η απαίτηση της χώρας μας ενυπήρχε σε όλες τις διεθνείς συμφωνίες μεταξύ Γερμανίας και των νικητριών δυνάμεων και είτε άμεσα είτε έμμεσα έθετε θέμα διεκδίκησης του δανείου. Στη συμφωνία της Βόννης το 1952, στη συμφωνία του Λονδίνου το 1953, στη συμφωνία των Παρισίων το 1954, που υπέγραψε και η χώρα μας. Επίσης έχει μια σημασία ότι ο νόμος 2023/52, με τον οποίο η Ελλάδα ήρε την εμπόλεμη κατάσταση με τη Γερμανία, μιλάει για δια­κανονισμό αυτών των ποσών και αν η Γερμανία δεν συμφω­νήσει τότε, το γράφει ο νόμος, τότε θα προσφύγει σε διεθνή δικαστήρια.

Έχει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε τι συνέβη σε παρόμοιες περιπτώσεις με την Ελλάδα, σε δύο χώρες, που είχαν υποχρεωθεί σε καταβολή κατοχικών δανείων, τη Γιουγκοσλαβία και την Πολωνία.

Η Γιουγκοσλαβία συμφώνησε με τη Γερμανία το 1956 για δάνειο 240 εκατομμυ­ρίων μάρκων με επιτόκιο 1%, εξοφλητέο σε 99 χρόνια. Δηλαδή ουσια­στικά τους έδωσαν 240 εκατομμύρια μάρκα. Στην Πολωνία το 1971 έγινε παρόμοια συμφωνία, ένα δισε­κατομμύριο γερμανικά μάρκα χωρίς επιτόκιο για 40 χρόνια.

Δηλαδή η Γερμανία έχει κάνει διακανονισμούς και μάλιστα πριν την ενοποίηση της.

Τα νέα δεδομένα: μετά από τη «Συνθήκη 4 +2», που υπεγράφη στην Μόσχα στις 12 Σεπτεμβρίου 1990, με την οποία η Γερμανία απέκτησε πλήρη κυριαρχία στις εσωτερικές και εξωτερικές υποθέσεις, η Γερ­μανική Κεντρική Τράπεζα(Βundesbank), δημοσίευσε στις Ηνωμένες Πολι­τείες μια ενημέρωση προς τους Αμερικάνους πολίτες και τους καλούσε όσοι είχαν δανείσει το γερμανικό κράτος στον μεσοπόλεμο και στον πόλεμο, είχαν αγοράσει ομόλογα του Γερμανικού Δημοσίου, έπρεπε να έρθουν σε επαφή με την Κεντρική Τράπεζα που θα τους έδινε ομόλογα με τόκο, δηλαδή τα ποσά που είχαν δώσει θα ήταν εκτοκιζόμενα και με τη λήξη του 2004, που αυτό το διάστημα του διακανονισμού, δηλαδή από το 1992 μέχρι το 2004 πάλι θα ήταν εκτοκιζόμενο. Δηλαδή, το Γερμανικό κράτος απένα­ντι στους πολίτες μιας ισχυρής χώρας, ούτε καν στο κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά στους πολίτες προέβη σε αυτή τη χειρονομία.(…….)

Δεύτερον και επίσης σημαντικό είναι ότι πρόσφατα ήρθε σε διακανονισμό η Γερμανική κυβέρνηση με Αμερικανούς πολίτες, οι περισσότεροι ήταν Εβραίοι στη καταγωγή και έκανε διακανονισμό για τις συνέπειες που είχαν υποστεί από τον πόλεμο, διότι τότε ήσαν Ευρωπαίοι πολίτες, ίσως Γάλλοι, ίσως Γερμα­νοί υπήκοοι και μετά μετανάστευσαν στην Αμερική. Αυτοί λοιπόν, επίσης αποζημιώθηκαν. .(…….)

Το δάνειο δεν παραγράφεται: Επανέρχομαι στο δάνειο, αφού έκανα αυτή την παρέν­θεση.

Οι παριστάμενοι συνάδελφοι-ομιλητές πολύ γνωστοί έγκριτοι νομικοί αναφέρθηκαν σχετικά. Από τη δική μου πλευρά θέλω να ενημερώσω ότι ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος ο κ. Παπαδήμος, εδώ και μία εβδομάδα, που έθεσα το θέμα στο Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος, το ανώτατο όργανο της, του οποίου είμαι μέλος ως εκπρόσωπος των εργαζομένων, απάντησε επίσημα, αναφέροντας ενδιαφέροντα στοι­χεία μεταξύ των οποίων ότι «το Κατοχικό Δάνειο, υφίσταται ως υποχρέωση της Γερμανίας, δεν έχει παραγραφεί, οι υποχρεώσεις τέτοιου είδους δεν παραγράφονται και εν πάση περιπτώσει δεν υπάρχει κίνδυνος παραγραφής»..(…….)

Κυβερνητικές ευθύνες: Προφανώς υπάρχουν πολιτικές ευθύνες ίσως και νομικές επιπτώσεις από τους χειρισμούς που έκαναν μέχρι τώρα οι ελληνικές κυβερνήσεις.

Λυπάμαι, δεν θέλω να αναφερθώ παραπάνω, αλλά μόνο ένα θα σας πω. Κάποιος υπουργός Οικονομικών, Χρ. Θηβαίος, της κυβέρνησης της ΕΡΕ, το 1957 στη Βουλή σε επερώτηση Βουλευτών της ΕΔΑ, είπε ότι δεν μπορούμε να απαιτήσουμε το δάνειο, διότι είναι ιδιωτική απαίτηση, η οποία έχει μάλιστα παραγραφεί! Όταν το δάνειο αυτό, τα δάνεια αυτά γίνονταν όπως είπαμε και πριν, με εντολή του Άλτενμπουργκ προς την ελληνική κυβέρνηση, η οποία με τη σειρά της έδινε εντολή στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία είναι ο ταμίας του Ελληνικού Δημοσίου και γι’ αυτό έπαιρνε και προμήθεια από αυτές τις συναλλαγές. Επομένως, εδώ διαπιστώνουμε μια εγκληματική, αποφεύγω τη λέξη προδοτική, στάση κάποιου εκπροσώπου της ελληνικής πολιτείας που είπε ότι αυτό έχει παραγραφεί, διότι είναι λέει ιδιωτικό δάνειο…

Υπάρχουν όλα τα ντοκουμέ­ντα γι’ αυτό το θέμα. Υπάρχουν οι εκθέσεις του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος του 1946, η οποία ήταν μια περίληψη όλων των δραστηριοτήτων που έγιναν από την Κατοχή μέχρι την απελευθέρωση και είναι πάρα πολύ σημαντικά ντοκουμέντα. Υπάρχει ακόμα και ο Ηλίας Βενέζης, ο περίφημος λογοτέχνης, ο οποίος παρουσιάζει με ενάργεια τα οικονομικά ζητήματα σε ένα ειδικό κομμάτι στο «Χρονικό της Τράπεζας της Ελλάδος».

Πρέπει να σας πω επίσης ότι μέσα στην Τράπεζα της Ελλάδος υπήρχε κλιμάκιο του Γερμανικού στρατού για να μπορεί να επιβλέπει και να παίρνει τα λεφτά κατ’ ευθείαν, χωρίς πολλές διαμεσολαβήσεις και να μπορεί να τα ελέγξει. Επίσης είχε αναλάβει και την εκτύπωση του χαρτονομίσμα­τος πλήρως από το 1943 και μετά.

Νεότερα στοιχεία, που ίσως για πρώτη φορά θα ακουστούν.

 Ο Ανδρέας Παπανδρέου το Γενάρη του 1965, που είχε παραιτηθεί από Υπουργός αναπληρωτής Συντονισμού, με εντολή της κυβέρνησηςτου Γεωργίου Παπανδρέου, της κυβερνητι­κής επιτροπής συγκεκριμένα, πήγε στη Γερμα­νία και διαπραγματεύθηκε το δάνειο του Ελληνικού κράτους προς τη Γερμανία. Ήρθε σε επαφή με τα κυβερνητικά στελέχη Φίσσερ και Κάιζερ, όπου η θέση του Παπανδρέου στην αναφορά που κάνει προς τον Πρω­θυπουργό τότε τον Γεώργιο Παπανδρέου, είναι ότι «ισχύει η υποχρέωση της Γερμανίας, ήρθα σε επαφή με τους Γερμανούς, δεν μου είπαν ότι δεν ισχύει (ΣΣ  αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό) και προτείνω ο διακανονισμός να γίνει με μεγάλα έργα. Δηλαδή με δημιουργία είτε υδροηλεκτρικών σταθμών είτε άλλων μεγάλων έργων που θα χρηματοδοτού­σε η Γερμανική κυβέρνηση», έγραφε ο Α. Παπανδρέου..

Έχει επίσης σημασία ότι το 1966, που είχε πέσει πια η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και στην κυβέρνηση ήταν οι αποστάτες, υπήρ­ξε απάντηση της Γερμανικής κυβέρνησης, η οποία αναγνώριζε την οφειλή αυτή. Έλεγε, όμως, ότι θα κοιτάξουμε αργότε­ρα να ρυθμίσουμε αυτά τα ζητήματα.

Τελειώνοντας, θέλω να πω ότι είναι πάρα πολύ σημαντική η πρωτοβουλία που πήρε η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ίσως αν δεν υπήρχε αυτή η πρωτοβουλία σήμερα να μην κουβεντιάζαμε γι’ αυτού του είδους τα ζητήματα εν συνόλω, δηλαδή τις γερμα­νικές αποζημιώσεις, ίσως δεν θα κουβεντιάζαμε καθόλου. Και επίσης θέλω να τονίσω ότι έστω και με καθυστέρηση και συνδικαλιστικοί φορείς έχουν κινηθεί, το Συνέδριο της ΟΤΟΕ πήρε ομόφωνη απόφαση γι’ αυτό το ζήτημα και από ό,τι γνωρίζω και η ΓΣΕΕ θα το σηκώσει αυτό το θέμα.

Το ύψος του δανείου: Ο καθηγητής Αγγελόπουλος παίρνοντας υπόψη, κι έχει μια σημασία αυτό, και τους υπο­λογισμούς του τότε διορισμένου από τα στρατεύματα κατο­χής υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, του Χατζηκυριάκου, αλλά και των υπουργών της Γερμανίας, δηλαδή στο ελάχιστο, υπολογίζει ότι με τα σημερινά δεδομένα το δάνειο αυτό ανέρχεται στα 16,5 περίπου δις δολάρια.

Τέλος, η ρηματική αυτή διακοίνωση που έκανε προχθές η Ελληνική κυβέρνηση, έχει πάρα πολλή σημασία. Βέβαια φοβάμαι μήπως και αυτή ειπώθηκε για εσωτερική κατανά­λωση και υπάρχει μεγάλος κίνδυνος και πρέπει να είμαστε κι εμείς που θα συνεχίσουμε να βάζουμε φωτιά σε αυτή την ιστορία και όχι να τη σβήνουμε.

Νομίζω ότι η απάντηση της Γερμανικής κυβέρνησης ήταν όχι άρνηση, αλλά μία επίκληση των πενήντα χρόνων που πέρα­σαν και των φιλικών σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί μετα­ξύ της χώρας μας και της Γερμανίας αυτά τα πενήντα χρό­νια είτε στους κόλπους του NATOείτε στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρα και η Γερμανία αναγνωρίζει, δηλαδή δεν μιλά ότι δεν υπάρχει υποχρέωση της, δεν αναφέρει ότι έχει παραγραφεί. Αναφέρει απλώς ότι έχουμε καλές σχέσεις σαν δύο χώρες τόσα χρόνια, τις έχουμε αναπτύξει και καλό είναι να μην τις διαταράξουμε. Εάν δεν θέλει η Ελληνική κυβέρνηση να διαταραχθούν αυτές οι σχέσεις, πρέπει να τις διαταράξουμε εμείς. Γιατί τους λαούς, ίσα ίσα θα τους δέσουν ακόμα περισσότερο αυτές οι σχέσεις. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ – ΚΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ:

Ευχαριστώ τον κύριο Μπαλαούρα για τις πληροφορίες και τα στοιχεία και περισσότερο και για τη στάση του συνδικα­λιστικού κινήματος πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα. Τελευταίος εισηγητής μας ο Καθηγητής, τέως Υπουργός και Βουλευτής κύριος Γεώργιος – Αλέξανδρος Μαγκάκης, που θέλω να πιστεύω ότι θα έχει πιο καινούριες πληροφορίες για τα στοιχεία, αφού λίγο πριν ήρθε από τη Γερμανία που είχε πάει ειδικώς για το θέμα. Ο κύριος Μαγκάκης έχει το λόγο.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ – ΚΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ:

Ο κύριος Μπαλαούρας για τη δευτερολογία του, παρακαλώ.

ΜΠΑΛΑΟΥΡΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ:

Κατ’ αρχήν θέλω να τονίσω τον κίνδυνο παρανόη­σης, αν και δεν νομίζω ότι ο κόσμος που μας παρακολουθεί μπορεί να παρανοήσει τέτοιου είδους ζητήματα, ότι όπως είπα κι εγώ δεν επρόκειτο περί δανείου, με τη γνωστή διαδικασία. Ο κύριος Μαγκάκης το τόνισε ιδιαιτέρως. Επρόκειτο, είπα και ορισμένα στοιχεία, περί μιας διακοίνωσης των Γερμανικών αρχών του Ράιχ και των Ιταλών προς την Ελληνική κυβέρνηση, η οποία έδωσε εντολή στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Δεύτερον: Η Γερμανία έχει και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντι­κό, έχει αναγνωρίσει κατά καιρούς την οφειλή της. Απλώς έλεγε ότι δεν είναι ώρα, διότι δεν έχουμε ενωθεί. Και είναι επίσης πάρα πολύ σημαντικό, η τελευταία πρόκληση που έγινε από ελληνικής πλευράς, ήταν η επίσκεψη του Ανδρέα Παπανδρέου το 1965 στο Βερολίνο. Είναι επίσης σημαντικό να το κρατήσουμε, βέβαια έκτοτε δεν έχει γίνει τίποτα σημαντικό.

Τρίτον: Δεν έχει παραγραφεί αυτή η απαίτηση. Αυτού του είδους οι απαιτήσεις δεν παραγράφονται. Έχω στα χέρια μου μία νομική γνωμοδότηση, του 1963, του εξαιρετικού νομικού Μπασιά, που διαβεβαιώνει ότι δεν έχει παραγραφεί η απαίτηση της Ελλάδας.

Τέταρτον: Οι ελληνικές κυβερνήσεις, αρκετές μάλλον από αυτές για να μην το γενικεύσω, ενέργησαν δοσιλογικά. Όπως είπα και στην πρωτομιλία μου, το 1957 ένας Θηβαίος, Υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Παπάγου σε επερώτηση του Βουλευτή Μόδη, το 1952, είπε ότι η απαίτηση αυτή του «δανείου» -με εισαγωγικά- έχει παραγραφεί διότι είναι ιδιω­τική υπόθεση. Ήταν δοσιλογική η θέση του, καθαρά. Δεν θέλω να ξύσω πληγές, ίσως έχει ένα ενδιαφέρον για κάποιον  ασχολούμενο ιστο­ρικά με αυτά τα ζητήματα, να δει τα πρακτι­κά της Ελληνικής Βουλής, για να διαπιστώσει τι απαντούσαν σε διάφορες επερωτήσεις Ελλήνων Βουλευτών διάφοροι Υπουργοί που μέχρι πρόσφατα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή.

Όμως, θα πρέπει παράλληλα να πούμε ότι το θέμα αυτό δεν είχε πεθάνει, το θέμα αυτό υπάρχει. Έχω εντοπίσει, του­λάχιστον εγώ, τρεις συζητήσεις στην Ελληνική Βουλή, το 1952 όπως είπα, επερώτηση του Βουλευτή Μόδη, το 1957 του Βουλευτή Πιστολάκη, νομίζω ότι ήταν της ΕΔΑ και επί­σης επερώτηση συλλογική διαφόρων βουλευτών της ΕΔΑ, των Ευφραιμίδη, Κύρκο, Ηλιόπουλο, Μαρίας Σβώλου, Γρηγόρη Λαμπράκη και Διαμαντόπουλου.

Επικαιροποιούσαν το θέμα, δεν το άφηναν να καταλαγιάσει, μέχρι που το μεταδώσανε σαν μια φωτιά σε μας και κυρίως στους παρόντες συναδέλ­φους, που έπαιξαν πραγματικά σημαντικότατο ρόλο για να μη ξεχαστεί αυτή η ιστορία κι όχι μόνο να μην ξεχαστεί, αλλά για να πιεστεί και η ελληνική Πολιτεία  για να κάνει κάποια έστω και μικρά βήματα.

Στο δια ταύτα. Πρέπει να γίνει, έστω και αργο­πορημένα μία επιτροπή όπου θα συμμετέχουν πέραν της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, και μακριά, φυσικά, από πολιτικά ή κομματικά παιχνίδια, πρέπει δηλαδή να είναι όλου του πολιτικού φάσματος, να είναι όμως ταυτόχρονα και των κοινωνικών εκφάνσεων. Πιστεύω ότι ο συνδικαλιστικός χώρος μπορεί να προσφέρει πάρα πολλά.

 Αυτή η επιτροπή θα πρέπει να συνεργαστεί με εμπειρογνώ­μονες, γιατί έχω την εντύπωση ότι παίζεται κι ένα παιχνίδι με το ύψος των οφειλών. Ήδη βγήκε κάποιος προχθές επώ­νυμος, που έδωσε κάτι νούμερα απίστευτα χαμηλά. Όταν υπάρχουν αναλύσεις και ντοκουμέντα μιας εποχής μακριά από παιχνίδια, δηλαδή ήταν εσωτερικά κείμενα και αναλύ­σεις της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου τα ποσά υπολογίζονται στο μίνιμουμ,όπως είπα προηγου­μένως, δηλαδή χωρίς να υπολογίζουμε ούτε τις αρπαγές σε χρήμα, σε χρυσάφι. Πηγαίνανε στο υποκατάστημα Σερρών που φεύγανε οι Γερμανοί και σηκώνανε όλο το χρυσό. Δεν τα είπα αναλυτικά προηγουμένως, νομίζω ότι καταλαβαινό­μαστε. Πηγαίνανε στο υποκατάστημα της Λάρισας και σηκώσανε όλο το χρυσό και ό,τι λίρες Αγγλίας υπήρχαν. Και ούτω καθ’ εξής.

Επίσης όλα αυτά τα οικονομικά στοιχεία που είπαμε προη­γουμένως, τα οποία δεν τα υπολογίζουνε, δεν τα υπολογίζει ούτε ο καθηγητής, ο αείμνηστος Άγγελος  Αγγελόπουλος και παρ’ όλα αυτά βγάζει αυτό το μεγάλο νούμερο. Θα πρέπει λοιπόν αυτή η επιτροπή να αναζητήσει και με τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων για να βγούνε τα σωστά τα νούμερα, γιατί θέλουν αναπροσαρμογές και τέλος να έχει και διε­θνείς επαφές. Είναι πάρα πολύ σωστή η θέση του Μανώλη του Γλέζου, θα έδινα μια μεγαλύτερη διάσταση, ότι πρέπει να εκμεταλλευτούμε και τους Γάλλους πολίτες και τις γαλλι­κές ομάδες που υπάρχουν και πολιτικά κόμματα, αλλά κυρίως ίσως τους Εγγλέζους.

Οι Εγγλέζοι ξέρετε, είναι ίσως ο μοναδικός λαός στην Ευρώπη περισσότερο από τους Γάλλους, μετά έρχονται οι Γάλλοι, όπου κάθε τι που τους θυμίζει τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, το μισούν και το δείχνουν συνεχώς. Αν πάτε σε μνημεία τους, που έχουν υπο­στεί έστω και μικρές ζημιές από τα γερμανικά αεροπλάνα, θα το λένε συνεχώς ότι αυτό το αφήσαμε έτσι για να παραδειγματίζεται ο αγγλικός λαός ότι οι Γερμανοί φασίστες, οι Γερμανοί ναζιστές έκαναν αυτά τα εγκλήματα. Το έχουν ακόμα και σήμερα.

Λοιπόν, θα πρέπει να αποκτήσουμε διασυνδέσεις και με τους Εγγλέζους. Ήδη η δημοσιογράφος των Financial Times που ήρθε μετά από δική μου πρόσκληση, διαπίστωσε ότι υπάρχουν πάρα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, πιστεύω ότι αύριο θα της τα δώσουμε, έτσι ώστε να μπορεί να υπάρξει μία ανταπόκριση σε μία μάλιστα συντηρητική εφημερίδα, σαν αυτή που είναι του οικονομικού λόμπι, του παγκόσμιου οικονομικού λόμπι.

Τέλος, πραγματικά το αίτημα δεν είναι απλώς οικονομικό. Κατά τη γνώμη μου, είναι πρώτιστα ηθικό, διαπαιδαγωγικό! Δηλαδή να μάθουν όλοι οι λαοί, όχι μόνο ο ελληνικός και ο γερμανικός αλλά και άλλοι λαοί, ότι πρέπει αυτά να μην ξεχνιούνται. Πρέπει να καλλιεργούμε τη μνήμη μας στην ηθική της πλευρά. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ – ΚΥΡΙΟΠΟΥΛΟΣ:

Ευχαριστούμε πολύ τον κύριο Γεράσιμο Μπαλαούρα. Και βεβαίως θα συμφωνήσουμε όλοι ότι σε αυτές τις ενωτικές προσπάθειες, το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να έχει ενεργή δράση μέσα σε αυτές τις επιτροπές. 

Πηγή: http://www.syte.gr/paremvasi/news.asp?offset=2070&newid=2