image_pdfimage_print

Το τελευταίο “αντίο” στην Αννίτα
Έφυγε στα 62 της χρόνια, χθες Πέμπτη, η σ. Αννίτα Μιχαηλίδου. νικημένη, μετά από πολύμηνη δυνατή μάχη με τον καρκίνο, σαν αυτές που έδινε επί δεκαετίες στην πολύπλευρη ζωή της. Η πολιτική κηδεία της θα γίνει σήμερα Παρασκευή στις 4.30 το μεσημέρι, στον περίβολο του Νεκροταφείου Νέας Σμύρνης…
Αντί στεφάνων η οικογένεια της Αννίτας επιθυμεί οι εισφορές να δίνονται στην εφημερίδα “Εποχή” και την Ιντιφάντα. Η Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ στο συλλυπητήριο μήνυμά της, αποχαιρετά μια άξια συντρόφισσα, που με την πολύπλευρη δράση της διεύρυνε τον ορίζοντα ενδιαφερόντων της συλλογικότητάς μας”, και εκφράζει τα θερμά της συλλυπητήρια στον σύζυγο και στην κόρη της, τους συντρόφους Μάκη και Όλγα Μπαλαούρα.
Η ζωή της όλη:
• Η Αν. Μιχαηλίδου γεννήθηκε στην Κύπρο, τέλειωσε τη Νομική Σχολή Αθήνας και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Kings College Λονδίνου, σε θέματα Ευρωπαϊκού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
• Στη διάρκεια της δικτατορίας συμμετείχε στο αντιστασιακό κίνημα των φοιτητών. Μετά την πτώση της δικτατορίας, μαζί με άλλους αντιχουντικούς αγωνιστές, από τη θέση της προέδρου στην Ένωση Δημοκρατών Κυπρίων φοιτητών, δραστηριοποιήθηκε για την αποχουντοποίηση στα πανεπιστήμια.
Εντάχθηκε από την αρχή στο ΚΚΕ Εσωτερικού, κρατώντας όμως πάντα σχέσεις με το ΑΚΕΛ. Εργάστηκε στην κοινοβουλευτική Ομάδα της Ενωμένης Αριστεράς με τους Ηλία Ηλιού και Μπάμπη Δρακόπουλο. Συμμετείχε στην οργάνωση της Νέας Σμύρνης της οποίας για αρκετό διάστημα υπήρξε γραμματέας. Με τη διάσπαση του ΚΚΕ Εσωτερικού, εντάχθηκε στο ΚΚΕ Εσωτερικού – Ανανεωτική Αριστερά, του οποίου υπήρξε και μέλος της Κ.Ε. Παρακολουθώντας από κοντά τις εξελίξεις στην Αριστερά, εργάστηκε δραστήρια για τη σταθεροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, με μεγάλη συμβολή στην οργάνωση της Καλλιθέας, στο πλαίσιο και των προσπαθειών της ΑΚΟΑ εκείνης της περιόδου.
• Εργάστηκε στον Δήμο Καλλιθέας ως ειδική σύμβουλος για θέματα κοινωνικής πολιτικής και την εφαρμογή προγραμμάτων αστέγων, τοξικοεξαρτημένων και μειονεκτούντων ατόμων καθώς και για τη νομιμοποίηση και ένταξη των μεταναστών. Συμμετείχε στην επεξεργασία και εφαρμογή του ευρωπαϊκού προγράμματος “Φτώχεια 3” στην Ελλάδα με ιδιαίτερη αναφορά στα θέματα της τοξικοεξάρτησης, καθώς και στην έρευνα του Ευρωπαϊκού Προγράμματος “Mental Help Europe” που αφορά τη στέγαση κοινωνικά αποκλεισμένων ομάδων.
• Εκλέχτηκε αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της Ένωσης Ευρωπαϊκών Πόλεων (ECDP), με έδρα τη Φραγκφούρτη, με στόχο την αλλαγή της πολιτικής αντιμετώπισης των ναρκωτικών. Συμμετείχε ως εισηγήτρια σε θέματα κοινωνικού αποκλεισμού σε διεθνή συνέδρια, Βαλτιμόρη και Ουάσινγκτον, Αμβούργο, Μπολόνια, Βενετία, Γενεύη, Παρίσι και Halle. Συμμετείχε επίσης στην ερευνητική ομάδα των Ευρωπαϊκών Πόλεων που εισηγήθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις μεταρρυθμίσεις για εφαρμογή του Harm Reduction Policy στην Ε.Ε. Άρθρα και συνεντεύξεις της για τα παραπάνω έχουν δημοσιευθεί στην “Εποχή”, την “Αυγή” και “Τα Νέα”.
• Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Κίνησης Δημοκρατικών Γυναικών, μέλος στο Ίδρυμα Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και μέλος της “Πρωτοβουλίας για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων”.
• Ως ιδρυτικό μέλος του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ, συμμετείχε στις κινητοποιήσεις Γένοβας, Φλωρεντίας, Αθήνας, Πόρτο Αλέγκρε. Δραστηριοποιήθηκε επίσης στον Σύλλογο για την υποστήριξη του αγώνα των Παλαιστινίων (Intifada) και είχε συμμετοχή στις ομάδες μαχητικής στήριξης του αγώνα τους στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα, την οποία επισκέφθηκε και τον Ιανουάριο του 2008 κατά τη διάρκεια της μεγάλης ισραηλινής επίθεσης.
• Συμμετείχε στο συνδικαλιστικό κίνημα των δημοτικών υπαλλήλων, όπου και εκλέχθηκε στο Υπηρεσιακό Συμβούλιο των ΟΤΑ.
• Για την πολύπλευρη προσωπικότητα της Αννίτας μίλησαν στην κηδεία της ο γραμματέας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Βούτσης, ο Πάνος Λάμπρου, μέλος της Π.Γ. του κόμματος, και η Μάνια Επιθυμιάδου, με την οποία συμπορεύτηκε στην κομμουνιστική ανανέωση και τον αριστερό φεμινισμό. Την αποχαιρέτησαν επίσης συναδέλφισσά της από τον Δήμο Καλλιθέας και η Αναστασία Κότσαλη, μια μικρότερη φίλη της και φίλη της Όλγας.
(Πηγή-Εφημερίδα ΑΥΓΗ)
Σε ένα κλίμα μεταξύ -σκληρής- πραγματικότητας και μιας ακαθόριστα εξωπραγματικής αίσθησης για το τι είχε συμβεί, βρεθήκαμε την Παρασκευή, 3 Ιουλίου, το μεσημέρι στον περίβολο του νεκροταφείου της Νέας Σμύρνης για να αποχαιρετήσουμε την Αννίτα…
Παρευρέθηκαν: Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, σύσσωμη η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ και πλήθος βουλευτών του(Θ. Δρίτσας, Π. Λαφαζάνης, Δ. Στρατούλης, Αλ. Μητρόπουλος, Π. Κουρουπλής κ.α) και πάρα πολλά μέλη της Κ. Ε. του ΣΥΡΙΖΑ.
• Δίπλα της, στο ανοιχτό φέρετρο κάτω από το δέντρο, ο σύντροφός της, Μάκης Μπαλαούρας με την κόρη τους Όλγα, οι άλλοι συγγενείς, οι φίλοι, οι συνάδελφοι, οι σύντροφοι και συντρόφισσες. Αντάλλασσαν νέα, ρωτούσαν, θυμούνταν, προσέγγιζαν την αλήθεια και πάλι της ξέφευγαν. Ούτε η χαρακτηριστική μουσική κατάφερνε να μας προσγειώσει πλήρως.

Από την «Εποχή» σε αποχαιρετούμε: Αννίτα, το γνωρίζουμε ότι ξεγελάγαμε τον εαυτό μας, ότι έφυγες πια από την ενεργό δράση για πάντα, δυστυχώς. Όμως, θα μείνεις στην ενεργό μνήμη μας..

Αποχαιρετισμός της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ
Η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ αποχαιρετά μια άξια συντρόφισσα, την Αννίτα Μιχαηλίδου, που με την πολύπλευρη δράση της διεύρυνε τον ορίζοντα ενδιαφερόντων της συλλογικότητάς μας. Στον αντιχουντικό αγώνα, στον πολιτικό αγώνα της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής Αριστεράς, στο Φεμινιστικό Κίνημα, στο Κοινωνικό Φόρουμ, στη Διεθνή Αλληλεγγύη, στον αγώνα κατά των ναρκωτικών, στην προσπάθεια για την ένταξη και νομιμοποίηση των μεταναστών, της φροντίδας των αποκλεισμένων.

* Ανακοινώσεις για την έκφραση συλλυπητηρίων στους οικείους της εξέδωσαν η ΚΕΔΑ και το ΔΗΚΚΙ.
Ομιλίες:
• Περιμέναμε τους ομιλητές και ομιλήτριες να τα αποσαφηνίσουν όλα. Να τα κάνουν καθαρά, προπαντός απτά. Αυτό συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, αλλά και εκείνοι δεν τα κατάφεραν εντελώς, διότι αν εξαιρέσεις τις ομιλίες του Νίκου Βούτση, που εκπροσώπησε το κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Πάνο Λάμπρου από τους συνοδοιπόρους της πολιτικής και κινηματικής διαδρομής, η Ρένα Δούρου, στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, οι υπόλοιποι πήραν το λόγο και διηγούνταν περιστατικά από τη ζωή της ή σωστότερα από την κοινή ζωή τους. Ο Χρήστος Ιωαννίδης, από τον ΣΥΡΙΖΑ Καλλιθέας, ο Τάκης Γαλανόπουλος, φίλος και στενός συνεργάτης στο δήμο Καλλιθέας, ο Κώστας Αργαλιώτης, σύντροφος στα επικίνδυνα ταξίδια στη Ραμάλα, η Μάνια Επιθυμιάδου, των φεμινιστικών ενδιαφερόντων, η Αναστασία Κότσαλη, από τις φίλες της Όλγας.

Νίκος Βούτσης: Καταθέτουμε την πίστη μας
Αγαπημένη μας Αννίτα, χθες μόλις, μέρα που μας άφησες λιγότερους και πιο αδύναμους, στην μάχη που δόθηκε μέσα στη Βουλή για να αποτραπεί η δημιουργία φυλακών – λευκών κελιών τύπου Γκουαντάναμο στη χώρα μας, ήταν όλα παρόντα ως στοιχεία.
Πριν να αισθανθούμε το βάρος της απουσίας σου από αυτόν τον σκληρό αγώνα, που θα γίνεται κάθε μέρα και πιο σκληρός, καθώς η ριζοσπαστική Αριστερά πλησιάζει το ιστορικό ορόσημο της ανάληψης της διακυβέρνησης της χώρας, θέλουμε να σου καταθέσουμε την πίστη μας ότι θα νικήσουμε.
Γιατί, Αννίτα, με τη δικιά σου διαχρονική συμβολή, με το έμπρακτο παράδειγμά σου σε δύσκολες εποχές και σε οριακά μειοψηφικές, πρωτοπόρες όμως δυνάμεις της Αριστεράς, σήμερα έχουμε ένα απίστευτο απόθεμα και ένα τεράστιο φυτώριο αγωνιστών νέων και παλιότερων.
Όχι μόνο για να αντισταθούμε και να αποτρέψουμε τα άθλια, απάνθρωπα σχέδιά τους, πρώτα απ’ όλα πάνω στους αδύναμους που πληθαίνουν δραματικά μέσα στην τετράχρονη κρίση και τον αμείλικτο ταξικό – κοινωνικό πόλεμο που εξελίσσεται.
Αλλά για να εμπνεύσουμε τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων στο κίνημα και το μέτωπο πολιτικής ανατροπής. Να ρίξουμε φως εκεί που επιβάλλουν το νέο Μεσαίωνα. Ν’ απαγορεύσουμε την αφήγηση που μηδενίζει τη διαχρονική πάλη του λαού, που απαξιώνει τον αντιδικτατορικό αγώνα, το ριζοσπαστισμό της πρώτης μεταπολίτευσης και που ενοχοποιεί την Αριστερά, την αντίσταση, την απείθεια, τους κοινωνικούς αγώνες.

Μάνια Επιθυμιάδου: Δεν ξεχνώ
Πολλά τα χρόνια που είμαστε μαζί Αννίτα. Μαζί στον πολιτικό αγώνα της Ανανεωτικής Κομμουνιστικής Αριστεράς, αλλά και στο Φεμινιστικό Κίνημα.
Δεν ξεχνώ ποτέ τον αγώνα που δώσαμε μαζί το 2004 στις ευρωεκλογές με τις «Γυναίκες για μια Άλλη Ευρώπη» για μια Ευρώπη κόκκινη, πράσινη, μωβ.
Είχαμε κάνει στρατηγείο μας τα γραφεία της «Εποχής» και πέρα απ’ την κούραση, τι γέλια κι αγκαλιές είχαμε ρίξει! Την εμπειρία αυτή την χρωστάω σ’ εσένα που επέμενες πολύ, στη Τζέλλα και στην Άννυ, γιατί να πω την αλήθεια εγώ είχα τους φόβους μου. Αυτή η φάση ήταν και η αφορμή για να γνωριστούμε καλύτερα και σ’ ευχαριστώ.
Με το ίδιο πάθος και την αφοσίωση δόθηκες αργότερα και στην υπόθεση των φυλακισμένων.
Δεν ξεχνώ ποτέ, στη δοκιμασία των συντρόφων μας, τα πρωινά στα δικαστήρια –ξέρεις εσύ για ποιο πράγμα σου μιλάω– που παραφυλάγαμε το βλέμμα της, μήπως κάτι χρειαστεί και δεν προλάβουμε. Εκεί από νωρίς. Σφίγγοντας η μία τα χέρια της άλλης. Χωρίς εσένα η αναμονή θα ’ταν ασήκωτη.
Δεν ξεχνώ τα κυριακάτικα μεσημέρια (που τράβαγαν μέχρι το βράδυ) γύρω απ’ το τραπέζι με τ’ απομεινάρια της εξαίρετης μαγειρικής σου.
Δεν ξεχνώ ποτέ τις δικές μας –τις γυναικείες– κουβέντες που κάναμε με τη Σοφία.
Δεν ξεχνώ ότι τα καλύτερα τα λέγαμε στο σπίτι σου όταν ο Μάκης πήγαινε για ύπνο.
Δεν ξεχνώ ότι στο ταβερνάκι πίσω από το γήπεδο στην Καισαριανή, για πρώτη φορά πίστεψα ότι πήρες το δρόμο τον μοναχικό.
Θα μπορούσα να σου λέω με τις ώρες γι’ αυτά που δεν ξεχνώ.
Δεν έχει νόημα…
Χαιρετίσματα στα συντρόφια μας.

Αναστασία Κότσαλη: Εμείς οι φίλες και αδελφές

Οι φίλες της κόρης της ήμαστε στα μάτια της αδερφές, παιδιά της. Πάντα τόσο φιλόξενη, μια αγκαλιά, η καλύτερη μαγείρισσα του κόσμου, μας ήξερε τόσο καλά μία, μία, τους χαρακτήρες, τα καλά μας, τα κακά μας, τις ιδιοτροπίες μας, ρωτούσε με αγωνία αν είμαστε καλά, αν περνάμε όμορφα, για τη δουλειά μας, για τη ζωή μας, έπαιρνε το πρόβλημά μας μέσα της, έψαχνε να βρει λύσεις. Η Αννίτα δεν μπορούσε να είναι τίποτα λιγότερο από το απόλυτο νοιάξιμο, απόλυτη αγάπη, απόλυτη φροντίδα: Μια Μάνα, που πάντα υπερασπιζόταν με αφοσίωση τα απανταχού «παραστρατημένα» παιδιά που «προφανώς δεν έλαβαν αγάπη» –που δεν μας ύψωνε το δάχτυλο αλλά ήταν εκεί για να συζητήσει και να αναλύσει ώρες ολόκληρες «τα πάθη και τα λάθη μας»… Εμπλουτίζοντας τη συζήτηση με τον κατάλληλο μεζέ, «να πάνε τα φαρμάκια κάτω», ο νοστιμότερος που είχαμε φάει. Για να κάνω μια ελάχιστη αναφορά στην προσωπική μου εμπειρία με την Αννίτα, θα πω πόσο με συγκινούσε η αγάπη της στη μουσική, κάποιες φορές που τύχαινε να μελετήσω σπίτι τους την άκουγα να σιγοτραγουδάει μαζί μου στο βάθος, να μου λέει «μη σταματάς, να τραγουδήσουμε παρέα», η χαρά τη ζωής, η ομορφιά, η αγάπη, πώς να μην επανέρχεται κανείς συνέχεια σε αυτή τη λέξη όταν μιλάει για την Αννίτα; Θα ζει για πάντα, μέσα από τον υπέροχο, συγκλονιστικό δεσμό που είχε με την κόρη της, την Όλγα μας, από την αγάπη που της έχουμε κι εμείς, διαρκώς κι αυτή τροφοδοτούμενη. Κλείνω παραφράζοντας τους στίχους του Σαββόπουλου.
«Η κυρά μας είναι μόνη με ένα πέπλο αχνό,
μα η ανάσα της μας ζώνει,
κι ας κοιμάται αλλού».

Ρένα Δούρου: Εκείνα τα υπέροχα μαλλιά…

Την Αννίτα τη θυμάμαι υπέροχα ντυμένη και με το τσιγάρο στο χέρι να συγκρούεται με καραμπινιέρους και ιταλούς αξιωματούχους στις σκληρές διαπραγματεύσεις στο λιμάνι της Αγκόνα, το καλοκαίρι του 2001, στο δρόμο για τη Γένοβα.
Τη θυμάμαι να θρυμματίζει τον αφελή και ψευδεπίγραφο διεθνισμό, να τσακίζει την πατριδοκαπηλία-μάθημα για τη ριζοσπαστική αριστερά μα και για τη χάραξη σοβαρής πολιτικής, χωρίς να θυσιάζει την κυπριακότητα της.
Τη θυμάμαι καβγατζού, όχι από εμπάθεια ή εμμονή στην αντιπαλότητα, αλλά από πάθος. Και μου άρεσε. Μου άρεσε πολύ, γιατί ποτέ δεν μπέρδευε την πολιτική διαφωνία με την έννοια και την φροντίδα για το διπλανό.
Διηγηθήκαμε και ακούσαμε ιστορίες για την Αννίτα

Στις πορείες, στις συνεδριάσεις, στα συνέδρια πρώτα ρωτούσε εάν είσαι καλά.
Τη θυμάμαι ένα καλοκαίρι στους Παξούς να αγωνιά για την «Αραβική Άνοιξη» και να έχει το νου της να τρώω, όσο μου μιλά.
Δεν έχω το κουράγιο να βρω φωτογραφία της. Μήπως θα αποτυπώνει άλλωστε τα μεγάλα μαύρα της μάτια κι εκείνα τα υπέροχα μαλλιά;

Πάνος Λάμπρου: Πολλά τα χρώματα..

Τελικά έφυγες, αλλά έφυγες νικήτρια. Νίκησες τον προβλεπόμενο από την επιστήμη χρόνο.
Κυρίως –και πίστεψέ μας– όσοι σε ξέραμε το περιμέναμε, έδωσες τη μάχη, με σθένος.
Ήξερες ότι η μάχη είναι άνιση. Αλλά, ως φαίνεται, ούτε μια στιγμή δεν λύγισες. Ακόμα και χθες, την ύστατη ώρα εσύ αποφάσισες με ποιον τρόπο θα φύγεις. Και είπες όχι στο κρεβάτι, όρθια… Αυτό έκανες όλη σου τη ζωή.
Χθες που ήμασταν μαζεμένοι στο σπίτι σου στην Καισαριανή, φίλοι, σύντροφοι από τα παλιά από τους νέους αγώνες, φτιάξαμε ένα παζλ, ένα μωσαϊκό χρωμάτων, θυμόμασταν και βάζαμε πινελιές γελώντας, κλαίγοντας, τις δικές πινελιές στη ζωή. Και ήταν όλες σημαντικές, ακόμα και αυτές που δεν είχαν σχέση με την πολιτική, τα κινήματα, τους αγώνες.
Συζητούσαμε ποιοι, ποιες θα μιλήσουν, τι θα πουν, αυτή την ώρα του αποχαιρετισμού.
Κάποιος από τον κεντρικό ΣΥΡΙΖΑ. Να είναι ο Νίκος, ο Πάνος; Κάποιος της συνολικής σου διαδρομής. Για να μιλήσει για την Αννίτα της Αριστεράς, της Κομμουνιστικής Ανανεωτικής Αριστεράς, της ριζοσπαστικής, της σύγχρονης, της Αριστεράς του 21ου αιώνα.
Γι’ αυτό και οι σημαίες μας είναι πολλές και όχι μία.
Είναι η σημαία του ΚΚΕ Εσωτερικού και του ΚΚΕ Εσωτερικού-Ανανεωτική Αριστερά, του Φόρουμ, της Ιντιφάντα και φυσικά του ΣΥΡΙΖΑ, του κοινού μας σπιτιού.
Θα μπορούσαμε να φέρουμε και άλλες από αυτό το ταξίδι των τόσων χρόνων, τα χρώματα που φώτισαν τη ζωή σου.
Το κόκκινο του ανανεωτικού κομμουνισμού
Το μωβ του Φεμινισμού
Το πράσινο της ριζοσπαστικής οικολογίας
Αυτή ήσουν, Μιχαηλίδου, που ξεσήκωνες τον κόσμο αν κάποιος σε αποκαλούσε με το επίθετο του αγαπημένου σου Μάκη και σε έλεγε Μπαλαούρα. Μιχαηλίδου, έλεγες, με τη γνωστή στεντόρια, βραχνή φωνή σου
Αυτή ήσουν, από τότε που σε γνώρισα.

Αννίτα, Στη γειτονιά της Αριστεράς, παρά δήμον ονείρων…
του Στρατή Μπουρνάζου

Δε θέλω να γράψω, σήμερα, για τα χαρίσματα της Αννίτας που τόσο νωρίς και τόσο άδικα χάσαμε (αν μπορεί, βέβαια, να υπάρχει δίκιο κι άδικο στο θάνατο). Της Αννίτας Μιχαηλίδου, της δικιάς μας Αννίτας. Τα έγραψαν και τα είπαν άλλοι, και το έκαναν όπως πρέπει. Ούτε για τον πόνο, τον πόνο του Μάκη και της Όλγας, καθώς και τον πόνο των δικών της θα γράψω — δεν αποτυπώνονται στο χαρτί τούτα τα πράγματα. Γι’ αυτούς τους «δικούς» όμως θέλω να μιλήσω, όπως μας είδα όλους και όλες, στην κηδεία.
To μεσημέρι της Παρασκευής, στις 3 του Ιούλη, εκεί, στον περίβολο του νεκροταφείου της Νέας Σμύρνης , ένιωθες τον πόνο, βαρύ, αλλά και την αγάπη· πολλή αγάπη. Στρέφοντας το βλέμμα, έβλεπες ότι όλοι οι δικοί σου ήταν εκεί, κι έλεγες — εγώ τουλάχιστον έτσι έλεγα: Να, αυτός είναι ο κόσμος μου, οι άνθρωποί μας, εδώ, εδώ είναι η οικογένειά μου, ο τόπος μου. Ο τόπος μας, η γειτονιά της Αριστεράς, όπου, μικροί και μεγάλοι, από κοντά κι από μακριά, μεγαλόσχημοι και «άσημοι», ήρθαμε να κλάψουμε την Αννίτα, και συνάμα όλα τα ακριβά και τα ωραία που κάναμε μαζί της, αυτά που χάνονται με τον χαμό της, αλλά και συνεχίζονται.
Και τούτη η αίσθηση τύλιγε το απόγευμα και το γαλήνευε. Αυτό που τόσο συχνά, κάθε μέρα, δεν το καταφέρνουμε στην πολιτική πράξη, όπου μας κατατρώνε άλλα και τρωγόμαστε κι εμείς μαζί τους. Κι έτσι, χωμένοι ανάμεσα στους δικούς, πιάνοντας ο είς το χέρι του άλλου, αλαφρώναμε λιγάκι τον πόνο μας: μέσα στη βαριά σκιά του χαμού, μια στάλα φως, παρηγοριά και δύναμη. Και αγάπη, όχι μια στάλα, αλλά πολλή: για την Αννίτα, και ας μην μπορούμε πια να της το πούμε, για τον Μάκη, την Όλγα, μα και για μας, όλους και όλες μας.
(Ενθέματα Αυγής 13.07.2014)